Πληροφορίες
- Κεραμιδόγατος ο μαντουμανταδόρος (Β.Π)
- Όταν οι άλλοι κάνουν παρέλαση σαν γατιά έξω από την πόρτα του γαλατά (ΔΝΤ),εμείς βγαίνουμε στα κεραμίδια.
Πέμπτη 26 Απριλίου 2012
Κυριακή 22 Απριλίου 2012
Τετάρτη 18 Απριλίου 2012
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΑΝΟΣ:ΡΟΖΑ-(LIVE)
ΣΤΙΧΟΙ:ΑΛΚΗΣ ΑΛΚΑΙΟΣ
ΜΟΥΣΙΚΗ:ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΤΟΥ ΑΛΚΗ ΑΛΚΑΙΟΥ
ΡΟΖΑ
Τα χείλη μου ξερά και διψασμένα
γυρεύουνε στην άσφαλτο νερό
περνάνε δίπλα μου τα τροχοφόρα
και συ μου λες μας περιμένει η μπόρα
και με τραβάς σε καμπαρέ υγρό
Βαδίζουμε μαζί στον ίδιο δρόμο
μα τα κελιά μας είναι χωριστά
σε πολιτεία μαγική γυρνάμε
δε θέλω πια να μάθω τι ζητάμε
φτάνει να μου χαρίσεις δυο φιλιά
Με παίζεις στη ρουλέτα και με χάνεις
σε ένα παραμύθι εφιαλτικό
φωνή εντόμου τώρα ειν’ η φωνή μου
φυτό αναρριχώμενο η ζωή μου
με κόβεις και με ρίχνεις στο κενό
Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία
πώς η ιστορία γίνεται σιωπή
τι με κοιτάζεις Ρόζα μουδιασμένο
συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω
τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί
Αγάπη μου από κάρβουνο και θειάφι
πώς σ’ έχει αλλάξει έτσι ο καιρός
περνάνε πάνω μας τα τροχοφόρα
και γω μέσ’ στην ομίχλη και τη μπόρα
κοιμάμαι στο πλευρό σου νηστικός
Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία
πώς η ιστορία γίνεται σιωπή
τι με κοιτάζεις Ρόζα μουδιασμένο
συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω
τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί
Σάββατο 14 Απριλίου 2012
Ν.ΚΑΡΟΥΖΟΣ:ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ
Στις 14 Απριλίου του 1930 ο Βλ.
Μαγιακόφσκι (7 Ιουλίου 1893 – 14 Απριλίου 1930) κόβει ο ίδιος το νήμα της
ζωής του
Ένα ποίημα του Ν.ΚΑΡΟΥΖΟΥ για τον Μαγιακόφσκι
Μαγιακόφσκι
Ὡραῖος ἀπ᾿ τὴ θύελλα τῆς βιομηχανίας
ἀεροπόρος τῶν ἡλιόλουστων ἡμερῶν
μεγάλο δάκρυ
ποὺ κατεβαίνει ὡς τὰ χείλη
γιὰ νὰ καίει τὶς ἀθάνατες Μαρίες
ὁ Βλαντιμίρ.
Ἴσως ἔπρεπε πρὶν ἀπ᾿ τὴν ἔνδοξη ταφὴ
νὰ φωτίζεται μὲ προβολεῖς ὁ νεκρός του.
Ἴσως ἀξίζει νὰ τὸν βλέπουμε σὰν καταρράκτη
ἀνάμεσα στὴν ὁρμὴ τ᾿ οὐρανοῦ καὶ στὰ δάση.
Ἴσως ἔπρεπε νὰ διευθύνει κοσμοδρόμια.
Πάντως
μ᾿ ἀρέσει ποὺ ἐπίασε τὴν παλιὰ Ρωσία ἀπ᾿ τὰ μαλλιὰ
καὶ τὴν ἔστειλε στὸ διάβολο
θρυμματίζοντας μία κιθάρα στὸ κεφάλι της.
Μ᾿ ἀρέσει ποὺ δὲν θὰ πεθάνει ποτὲ
γιατί δὲν ξεχώρισε τὴ συμφορὰ καὶ τὴν ποίηση.
Μ᾿ ἀρέσει γιατὶ στάθηκε στὸ ὕψος του
ὁ Βλαντιμίρ.
Αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔδινε στὸν Κουτούζωφ
τὴ μυστηριώδη δύναμη.
Αὐτὸς εἶναι ποὺ σκύλιαζε πραγματικὰ
γιὰ τὸ μέλλον. Αὐτὸς
ἔλαμπε στὴν κατάλευκη ὁρμὴ τοῦ Οὐλιάνωφ.
Ἀπ᾿ τὴν ἄγνωστη χαραυγή μας, ἀπ᾿ τὰ σπήλαια,
ἔτσι δείχνουν τὰ πράγματα.
Ἡ ζωὴ θὰ πρέπει νὰ προσχωρήσει μαζί του
ὁλάκερη καθὼς τὴ χάρισε στὴν καρδιὰ τῶν δικαίων.
Ἡ ζωὴ θὰ χρειαστεῖ καὶ πάλι τοὺς χαρταετούς.
Ἀπ᾿ τὸ βαρύ του φέρετρο πετάγονταν
πυροτεχνήματα ψηλὰ στὴ νύχτα
κι ἀπ᾿ τὴ βαθειὰ εἰρήνη τῆς σιωπῆς του
ἔβγαινε ὁ καπνὸς τῆς μέσα μάχης. Ἂς εἶναι λοιπόν…
Ἂς εἶναι κι ὁ Βλαντιμὶρ ἕνα σύμβολο
ἀνοιχτὸ στὴν εὐτυχία.
Δὲν ξέρω, βέβαια, τί εἶναι εὐτυχία.
Γνωρίζω ὅμως τὸν ἀγώνα γιὰ δαύτη.
Δὲν ξέρω τί κρύβει ὁ ἔρωτας.
Γνωρίζω μονάχα
πὼς εἶναι οἱ ἑξήντα τέσσερες ἄνεμοι.
Γνωρίζω πὼς εἶναι ὅλες οἱ ἀνατολὲς τοῦ ἥλιου –
τέτοια τύχη
τέτοια τύχη!
(Δημοσιεύτηκε στὴν «Ἐπιθεώρηση Τέχνης», τ.
146, Φεβρ. 1967, σελ. 133)
Πέμπτη 12 Απριλίου 2012
Τετάρτη 11 Απριλίου 2012
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ:ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Δ.ΣΟΛΩΜΟΣ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΛΙΟΥ |
Μὲ φωνὴ ποὺ καταπείθει
προχωρώντας ὁμιλεῖς:
«Σήμερ', ἄπιστοι, ἐγεννήθη,
ναί, τοῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής.
προχωρώντας ὁμιλεῖς:
«Σήμερ', ἄπιστοι, ἐγεννήθη,
ναί, τοῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής.
Αὐτὸς λέγει, ἀφοκρασθεῖτε
«Ἐγὼ εἴμ' Ἄλφα, Ὠμέγα ἐγώ·
πέστε, ποὺ θ' ἀποκρυφθεῖτε
ἐσεῖς ὅλοι, ἂν ὀργισθῶ;
«Ἐγὼ εἴμ' Ἄλφα, Ὠμέγα ἐγώ·
πέστε, ποὺ θ' ἀποκρυφθεῖτε
ἐσεῖς ὅλοι, ἂν ὀργισθῶ;
Φλόγα ἀκοίμητήν σας βρέχω,
πού, μ' αὐτὴν ἂν συγκριθῇ
κείνη ἡ κάτω ὀποῦ σας ἔχω,
σὰν δροσιὰ θέλει βρεθεῖ.
πού, μ' αὐτὴν ἂν συγκριθῇ
κείνη ἡ κάτω ὀποῦ σας ἔχω,
σὰν δροσιὰ θέλει βρεθεῖ.
Κατατρώγει, ὠσὰν τὴ σχίζα,
τόπους ἄμετρα ὑψηλούς,
χῶρες, ὅρη ἀπὸ τὴ ρίζα,
ζῶα καὶ δέντρα καὶ θνητούς.
τόπους ἄμετρα ὑψηλούς,
χῶρες, ὅρη ἀπὸ τὴ ρίζα,
ζῶα καὶ δέντρα καὶ θνητούς.
Καὶ τὸ πᾶν τὸ κατακαίει,
καὶ δὲν σώζεται πνοή,
πάρεξ τοῦ ἄνεμου ποὺ πνέει
μὲς στὴ στάχτη τὴ λεπτή».
καὶ δὲν σώζεται πνοή,
πάρεξ τοῦ ἄνεμου ποὺ πνέει
μὲς στὴ στάχτη τὴ λεπτή».
Κάποιος ἤθελε ἐρωτήσει
Τοῦ θυμοῦ Τοῦ εἴσ' ἀδελφή;
Ποιὸς εἴν' ἄξιος νὰ νικήσῃ
ἢ μὲ σὲ νὰ μετρηθῇ;
Τοῦ θυμοῦ Τοῦ εἴσ' ἀδελφή;
Ποιὸς εἴν' ἄξιος νὰ νικήσῃ
ἢ μὲ σὲ νὰ μετρηθῇ;
Ἡ γῆ αἰσθάνεται τὴν τόση
τοῦ χεριοῦ σου ἀνδραγαθιά,
ποὺ ὅλην θέλει θανατώσῃ
τὴ μισόχριστη σπορά.
τοῦ χεριοῦ σου ἀνδραγαθιά,
ποὺ ὅλην θέλει θανατώσῃ
τὴ μισόχριστη σπορά.
Τὴν αἰσθάνονται καὶ ἀφρίζουν
τὰ νερά, καὶ τ' ἀγρικῶ
δυνατὰ νὰ μουρμουρίζουν
σὰν ρυάζετο θηριό.
τὰ νερά, καὶ τ' ἀγρικῶ
δυνατὰ νὰ μουρμουρίζουν
σὰν ρυάζετο θηριό.
Κακορίζικοι, ποὺ πᾶτε
τοῦ Ἀχελώου μὲς στὴ ροῆ
καὶ πιδέξια πολεμᾶτε
ἀπὸ τὴν καταδρομὴ
τοῦ Ἀχελώου μὲς στὴ ροῆ
καὶ πιδέξια πολεμᾶτε
ἀπὸ τὴν καταδρομὴ
νὰ ἀποφύγετε; Τὸ κύμα
ἔγινε ὅλο φουσκωτό·
ἐκεῖ εὑρήκατε τὸ μνῆμα
πρὶν νὰ εὑρεῖτε ἀφανισμό.
ἔγινε ὅλο φουσκωτό·
ἐκεῖ εὑρήκατε τὸ μνῆμα
πρὶν νὰ εὑρεῖτε ἀφανισμό.
Βλασφημάει, σκούζει, μουγκρίζει
κάθε λάρυγγας ἐχθροῦ,
καὶ τὸ ρεῦμα γαργαρίζει
τὲς βλασφήμιες τοῦ θυμοῦ.
κάθε λάρυγγας ἐχθροῦ,
καὶ τὸ ρεῦμα γαργαρίζει
τὲς βλασφήμιες τοῦ θυμοῦ.
Σφαλερὰ τετραποδίζουν
πλῆθος ἄλογα, καὶ ὀρθὰ
τρομασμένα χλιμιντρίζουν
καὶ πατοῦν εἰς τὰ κορμιά.
πλῆθος ἄλογα, καὶ ὀρθὰ
τρομασμένα χλιμιντρίζουν
καὶ πατοῦν εἰς τὰ κορμιά.
Ποιὸς στὸ σύντροφον ἀπλώνει
χέρι, ὠσὰν νὰ βοηθηθῇ·
ποιὸς τὴ σάρκα τοῦ δαγκώνει
ὅσο ποὺ νὰ νεκρωθῇ.Κεφαλὲς ἀπελπισμένες,
χέρι, ὠσὰν νὰ βοηθηθῇ·
ποιὸς τὴ σάρκα τοῦ δαγκώνει
ὅσο ποὺ νὰ νεκρωθῇ.Κεφαλὲς ἀπελπισμένες,
μὲ τὰ μάτια πεταχτά,
κατὰ τ' ἄστρα σηκωμένες
γιὰ τὴν ὕστερη φορά.
κατὰ τ' ἄστρα σηκωμένες
γιὰ τὴν ὕστερη φορά.
Σβιέται -αὐξαίνοντας ἡ πρώτη
τοῦ Ἀχελώου νεροσυρμῆ-
τὸ χλιμίντρισμα καὶ οἱ κρότοι
καὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ γογγυσμοί...
τοῦ Ἀχελώου νεροσυρμῆ-
τὸ χλιμίντρισμα καὶ οἱ κρότοι
καὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ γογγυσμοί...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)